ομοιωματικά

ομοιωματικά
τα знак повторения вышесказанного

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "ομοιωματικά" в других словарях:

  • ομοιωματικός — ή, ό (ΑΜ ὁμοιωματικός, ή, όν) [ομοίωμα] γραμμ. (για αντωνυμία ή σύνδεσμο) αυτός που δηλώνει ομοιότητα προς κάτι («η λέξη όπως είναι ομοιωματικός σύνδεσμος») νεοελλ. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα ομοιωματικά σημεία γραφής (»)τα οποία τίθενται κάτω… …   Dictionary of Greek

  • ομοιωματικός — ή, ό 1. αυτός που δηλώνει ή εκφράζει ομοιότητα προς κάποιον άλλο. 2. (γραμμ.), ομοιωματικά, τα σημάδια που δείχνουν επανάληψη της ίδιας λέξης ή του ίδιου αριθμού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»